Category:Greek terms borrowed from Koine Greek
Appearance
Newest and oldest pages |
---|
Newest pages ordered by last category link update: |
Oldest pages ordered by last edit: |
Greek terms borrowed from Koine Greek.
Jump to: Top – Αα Ββ Γγ Δδ Εε Ζζ Ηη Θθ Ιι Κκ Λλ Μμ Νν Ξξ Οο Ππ Ρρ Σσ Ττ Υυ Φφ Χχ Ψψ Ωω |
Subcategories
This category has only the following subcategory.
- Greek learned borrowings from Koine Greek (0 c, 448 e)
Pages in category "Greek terms borrowed from Koine Greek"
The following 200 pages are in this category, out of 449 total.
(previous page) (next page)Α
- αβαθής
- αδάμας
- αδιάθετος
- αδιαφορία
- αδιάφορος
- αδιαφορώ
- άηχος
- αθεΐα
- ακανθόχοιρος
- ακατέργαστος
- ακροποδητί
- Αλεξάνδρεια
- αλκυονίδα
- αλκυονίδες
- αλκυονίδες ημέρες
- αμέσως
- αμύνομαι
- αμφίδρομος
- αμφίπλευρος
- αμφιταλαντεύομαι
- αναζωπυρώνω
- ανάκτορο
- ανακύκλωση
- αναμφίβολος
- αναμφιβόλως
- αναπαυτικός
- αναπότρεπτος
- αναφωνώ
- αναψυκτήριο
- ανεκλάλητος
- ανέλκυση
- ανελλιπώς
- ανήκω
- ανθρωποθυσία
- ανθύπατος
- ανθυποφορά
- ανταλλαγή
- αντικαταβάλλω
- αντιστοίχως
- αξιοπιστία
- αόριστος
- απαίσιος
- από καταβολής κόσμου
- αποκλεισμός
- απολύτρωση
- απομακρύνω
- αποπληρώνω
- αποσκευή
- αποστηθίζω
- απόχρωση
- αρχάριος
- αστερίσκος
- αστρολάβος
- ασύλληπτος
- ασφαλίζω
- ασωφρόνιστος
- αταλαιπώρητος
- αταλάντευτος
- αυταρχία
Δ
- δείκτης
- δεισιδαιμονία
- δελεαστικός
- δήλωση
- δημιουργικός
- διαβήτης
- διάγγελμα
- διαγραφή
- διάδοση
- διακατέχω
- διακίνηση
- διακοσμητικός
- διαλελυμένος
- διαλογισμός
- διαμόρφωση
- διασκεδάζω
- διασταυρώνω
- διασφαλίζω
- διάταξη
- διατήρηση
- διαχωρισμός
- διεκδικώ
- διενεργώ
- διερευνώ
- διερμηνεία
- δικαιοδοσία
- δικαιολογώ
- δίλημμα
- διοικητής
- διοργανώνω
- διοργάνωση
- δισκοβόλος
- δισύλλαβος
- διχοτομώ
- διώκτης
- διώροφος
- δράση
- δυσαρεστώ
- δυσδιάκριτος
- δυτικός
- δωδεκάθεο
- δωδεκάωρος
Ε
- εγκύκλιος
- εγκυμονώ
- εγκώμιο
- εγχείρηση
- εισαγωγικός
- εισπράκτορας
- εκδηλώνω
- εκδικούμαι
- έκκληση
- εκλεπτύνω
- εκνευρίζω
- έκπληκτος
- εκπλήρωση
- εκτάκτως
- εκτίμηση
- έκτοτε
- εκφωνώ
- έμμεσος
- εναγωνίως
- εναέριος
- εναλλαγή
- εναλλακτικός
- έναστρος
- ενδεικτικός
- ένδοξος
- ενδυναμώνω
- ενεστώτας
- ενετικός
- ενήλικας
- ενήλικος
- ενίσχυση
- εξάεδρος
- εξακολούθηση
- εξακολουθώ
- εξαντλώ
- εξάπαντος
- εξαπάτηση
- εξάπλευρος
- εξασφαλίζω
- εξευτελίζω
- εξιστορώ
- Έξοδος
- εξοικειώνω
- εξομολογώ
- εξορκισμός
- εξουσιάζω
- επαναφορά
- επιβάτης
- επιβραβεύω
- επιβραδύνω
- επιδεικνύω
- επιδιδυμίδα
- επιδιορθώνω
- επίδοση
- επιδρώ
- επισήμως
- επιτόκιο
- επουσιώδης
- επτάγωνος
- επωφελής
- επωφελούμαι
- εργάσιμος
- εστιατόριο
- ευερέθιστος
- ευθύνη
- ευκατάστατος
- ευλογώ
- ευπρόσδεκτος
- ευσπλαχνία
- ευστοχώ
- εύσωμος
- ευχαρίστως
- εφήβαιο
- εφόσον
- εχθρικός