Category:Greek terms derived from Koine Greek
Appearance
Newest and oldest pages |
---|
Newest pages ordered by last category link update: |
Oldest pages ordered by last edit: |
Greek terms that originate from Koine Greek.
Jump to: Top – Αα Ββ Γγ Δδ Εε Ζζ Ηη Θθ Ιι Κκ Λλ Μμ Νν Ξξ Οο Ππ Ρρ Σσ Ττ Υυ Φφ Χχ Ψψ Ωω |
Subcategories
This category has the following 2 subcategories, out of 2 total.
- Greek terms inherited from Koine Greek (0 c, 589 e)
Pages in category "Greek terms derived from Koine Greek"
The following 200 pages are in this category, out of 1,184 total.
(previous page) (next page)Α
- αβαθής
- άβλαπτος
- άβλαφτος
- αγάμητος
- αγγαρεία
- αγγαρεύω
- άγγελος
- αγγίζω
- αγγούρι
- αγερωχία
- αγιάζω
- αγιορείτης
- αγιορείτικος
- αγκιστρώνω
- αγκύλι
- αγκύλιο
- αγκυλώνω
- αγνότητα
- αγόγγυστος
- αγόρι
- αδάμας
- αδαπάνητος
- άδενδρος
- άδεντρος
- αδιάθετος
- αδιαφορία
- αδιάφορος
- αδιαφορώ
- αδράχτι
- αηδόνι
- άηχος
- αθετώ
- Αιγόκερως
- αιρετικός
- αιφνίδιος
- Ακαδημία
- ακανθόχοιρος
- ακατάσβεστος
- ακατάσχετος
- ακατέργαστος
- -άκι
- ακμαιότητα
- ακόλλητος
- ακρίβεια
- ακριβός
- ακροβασία
- ακροβάτης
- ακρογωνιαίος
- ακροποδητί
- ακώλυτος
- αλάβαστρο
- αλάτι
- αλατίζω
- Αλεξάνδρεια
- αλέτρι
- αλήστευτος
- αλιεύω
- αλκυονίδα
- αλκυονίδες
- αλκυονίδες ημέρες
- αλληγορία
- αλληλεγγύη
- αλληλέγγυος
- αλληλένδετος
- άλογο
- αλφάβητο
- αλφάβητον
- αλώνι
- αμειψισπορά
- αμέσως
- αμήνυτος
- αμνησία
- αμύνομαι
- αναβαθμίδα
- αναγεννώ
- αναγέρνω
- αναγνώστης
- αναδεύω
- αναζωογονώ
- αναζωπυρώνω
- αναιτιολόγητος
- ανακαινιστής
- ανάκτορο
- ανακύκλωση
- ανακωχή
- αναμφίβολος
- αναμφιβόλως
- αναπαυτικός
- αναποδογυρίζω
- αναπόσβεστος
- αναπότρεπτος
- αναρμόδιος
- αναρμοδίως
- αναρρώνω
- ανασαλεύω
- ανασκαλεύω
- Αναστασία
- αναφαίρετος
- αναφωνώ
- αναψυκτήριο
- ανδρωνυμικό
- ανεβάζω
- ανεκλάλητος
- ανέκφραστος
- ανέλκυση
- ανελλιπώς
- ανέμη
- ανεμίζω
- ανεμώδης
- ανεξήγητος
- ανεπάγγελτος
- ανεπαίσθητος
- ανεπαισθήτως
- ανεπανόρθωτος
- ανεπίγραφος
- ανεπιθύμητος
- ανήκω
- ανήσυχος
- ανθρωπεύω
- ανθρωποθυσία
- ανθρωπότητα
- ανθύλλιο
- ανθύπατος
- ανθυποφορά
- ανιδρύω
- ανισοβαρής
- ανοησία
- ανοιχτός
- ανταλλαγή
- ανταμοιβή
- αντιδιαστέλλω
- αντίδοτο
- αντίδωρο
- αντίδωρον
- αντικαταβάλλω
- αντιπαλεύω
- αντιστοίχως
- αντιφατικός
- Αντώνιος
- ανυψώνω
- αξιοπιστία
- αόριστος
- απαγόρευση
- απαίσιος
- απαράδεκτος
- απαράληπτος
- απαραχώρητος
- απάρνηση
- απαρρησίαστος
- απασχολώ
- απειροπόλεμος
- απεκδύομαι
- απερίτμητος
- απεσταλμένος
- απίδι
- από καταβολής κόσμου
- αποκεφαλίζω
- αποκλεισμός
- αποκρουστικός
- αποκρύβω
- αποκύημα
- απολύτρωση
- απομακρύνω
- απομένω
- απονενοημένος
- αποπληρώνω
- αποποιούμαι
- αποσκευή
- αποσπέρα
- αποστειρώνω
- αποστηθίζω
- αποστολέας
- απόστροφος
- απόχρωση
- Απρίλιος
- απτόητος
- -άρης
- αρθρίτιδα
- Αριθμοί
- Ἀριθμοί
- αρκτικός
- αρμοδίως
- αρνητικός
- αρραβωνιάζω
- αρσενοκοίτης
- αρτισύστατος
- αρτοφόριο
- αρχάγγελος
- αρχάριος
- αρχέγονος
- ασεβώς
- ασελγώ
- ασκεψιά
- ασπλαχνία
- άσπρος
- αστειότητα
- αστέρι
- αστερίσκος
- αστοχώ
- ασυγχώρητος