Jump to content

διαμόρφωση

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learned borrowing from Koine Greek διαμόρφωσις (diamórphōsis) with -ση (-si) ending.[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /ði̯aˈmoɾ.fo.si/
  • Hyphenation: δι‧α‧μόρ‧φω‧ση

Noun

[edit]

διαμόρφωση (diamórfosif (plural διαμορφώσεις)

  1. formation, shaping
  2. configuration
  3. (physics) modulation

Declension

[edit]
Declension of διαμόρφωση
singular plural
nominative διαμόρφωση (diamórfosi) διαμορφώσεις (diamorfóseis)
genitive διαμόρφωσης (diamórfosis) διαμορφώσεων (diamorfóseon)
accusative διαμόρφωση (diamórfosi) διαμορφώσεις (diamorfóseis)
vocative διαμόρφωση (diamórfosi) διαμορφώσεις (diamorfóseis)

Older or formal genitive singular: διαμορφώσεως (diamorfóseos)

[edit]

References

[edit]
  1. ^ διαμόρφωση, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language

Further reading

[edit]