Category:Greek terms prefixed with πολυ-

From Wiktionary, the free dictionary
Jump to navigation Jump to search
Newest and oldest pages 
Newest pages ordered by last category link update:
  1. πολυταξιδεμένος
  2. πολυπόθητος
  3. πολυεθνικός
  4. πολυτάραχος
  5. πολυκύμαντος
  6. πολυεπίπεδος
  7. πολυδιαβασμένος
  8. πολυβραβευμένος
  9. πολυάσχολος
  10. πολυαγαπημένος
Oldest pages ordered by last edit:
  1. πολύτιμος
  2. πολυσυζητημένος
  3. πολυκαλλιέργεια
  4. πολυκατοικία
  5. πολυδιαβασμένος
  6. πολυεπίπεδος
  7. πολυαγαπημένος
  8. πολυβραβευμένος
  9. πολυεθνικός
  10. πολυταξιδεμένος

Greek terms beginning with the prefix πολυ- (poly-).

Terms are placed in this category using {{af|el|πολυ-|base}} or {{affix|el|πολυ-|base}} (or the more specific and less-preferred equivalents {{pre}} or {{prefix}}), where base is the base lemma from which this term is derived.