Category:Greek terms prefixed with αλληλο-

From Wiktionary, the free dictionary
Jump to navigation Jump to search
Newest and oldest pages 
Newest pages ordered by last category link update:
  1. αλληλοϋποστηρίζομαι
  2. αλληλοκοιτάζομαι
  3. αλληλοκτόνος
  4. αλληλοκατηγορούμαι
  5. αλληλοκατηγορία
  6. αλληλοεξοντωτικός
  7. αλληλοεξάρτηση
  8. αλληλοδιδασκαλία
  9. αλληλοδιδακτικός
  10. αλληλογράφος
Oldest pages ordered by last edit:
  1. αλληλεπίδραση
  2. αλληλογραφία
  3. αλληλογραφώ
  4. αλληλοκτόνος
  5. αλληλοβρίσιμο
  6. αλληλογράφος
  7. αλληλοδιδασκαλία
  8. αλληλοεξοντωτικός
  9. αλληλοβοήθεια
  10. αλληλοκατηγορία

Greek terms beginning with the prefix αλληλο- (allilo-).

Terms are placed in this category using {{af|el|αλληλο-|base}} or {{affix|el|αλληλο-|base}} (or the more specific and less-preferred equivalents {{pre}} or {{prefix}}), where base is the base lemma from which this term is derived.