Appendix:Greek phrasebook/Shopping
Jump to navigation
Jump to search
- Greek phrasebook sections
- ναι (nai, “yes”)
- όχι (óchi, “no”)
- παρακαλώ (parakaló, “please”)
- ευχαριστώ (efcharistó, “thank you”)
- θα ήθελα (tha íthela, “I would like”)
- μπορώ να έχω (boró na écho, “can I have”)
- πού είναι (poú eínai, “where is, where are”)
- πόσο κάνει (póso kánei, “how much is”)
- πόσο κοστίζει (póso kostízei, “how much does it cost”)
- ακριβός (akrivós, “expensive”)
- φτηνός (ftinós, “cheap”)
- αρτοποιείο n (artopoieío, “bakery”)
- μανάβικο n (manáviko, “greengrocer's shop”)
- μπακάλης m (bakális, “grocer”)
- μπακάλικο n (bakáliko, “grocer's shop”)
- παντοπωλείο n (pantopoleío, “grocer's shop”)
- σουπερμάρκετ n (soupermárket, “supermarket”)
- ταμείο n (tameío, “checkout”)
- τρόφιμα n pl (trófima, “groceries”)
- φούρνος m (foúrnos, “bakery”)
- Lists of common words can be found in the Greek vocabulary
Shopping
[edit]Departments
- αρτοποιείο n (artopoieío, “bakery”) (dated)
- κάβα n pl (káva, “drinks”)
- κατεψυγμένα n pl (katepsygména, “frozen goods”)
- μπακάλης m (bakális, “grocer”)
- μπακάλικο n (bakáliko, “grocer's shop”)
- όσπρια n pl (óspria, “legumes”)
- παντοπωλείο n (pantopoleío, “grocer's shop”)
- σουπερμάρκετ n (soupermárket, “supermarket”)
- ταμείο n (tameío, “checkout”)
- τρόφιμα n pl (trófima, “groceries”)
- τυροκομικά n pl (tyrokomiká, “cheeses”)
- φούρνος m (foúrnos, “bakery”)
- χαρτικά n pl (chartiká, “paper goods”)
- αμυγδαλωτό n (amygdalotó, “almond pastry”)
- καρβέλι n (karvéli, “loaf”)
- κουλούρα f (kouloúra, “roll”)
- κουλούρι f (kouloúri, “bagel”)
- κρουασάν n (krouasán, “croissant”)
- λουκουμάς m (loukoumás, “doughnut”)
- μαύρο ψωμί n (mávro psomí, “brown bread”)
- μπακλαβάς m (baklavás, “baklava”)
- μπουρέκι n (bouréki, “pastry, pasty”)
- τούρτα f (toúrta, “cake, cream pastry, tart”)
- φραντζόλα f (frantzóla, “loaf”)
- φραντζολάκι n (frantzoláki, “roll”)
- ψωμάκι n (psomáki, “roll”)
- ψωμί σικάλεως n (psomí sikáleos, “rye bread”)
- ψωμί n (psomí, “bread”)
- αγουρόλαδο n (agourólado, “extra virgin olive oil”)
- αλεύρι n (alévri, “flour”)
- αμύγδαλο n (amýgdalo, “almond”)
- ελαιόλαδο n (elaiólado, “olive oil”)
- ζυμαρικά n pl (zymariká, “pasta”)
- καλαμποκάλευρο n (kalampokálevro, “cornflour”)
- καρύδι n (karýdi, “walnut”)
- καφές m (kafés, “coffee”)
- κριθαράκι n (kritharáki, “orzo pasta”)
- λάδι n (ládi, “oil”)
- μαγιονέζα n (magionéza, “mayonnaise”)
- μακαρόνια n pl (makarónia, “spaghetti”)
- μαρμελάδα f (marmeláda, “jam”)
- μέλι n (méli, “honey”)
- μπισκότο n (biskóto, “biscuit”)
- πατατάκια n (patatákia, “crisps”)
- ρεβίθια n pl (revíthia, “chickpeas”)
- σιτάρι n (sitári, “wheat”)
- σοκολάτα f (sokoláta, “chocolate”)
- σοκολατάκι n (sokolatáki, “chocolate (sweet)”)
- ταχίνι n (tachíni, “tahini”)
- τουρσί n (toursí, “pickle”)
- τσάι n (tsái, “tea”)
- φιστικοβούτυρο n (fistikovoútyro, “peanut butter”)
- χαμομήλι n (chamomíli, “camomile”)
- αβγό n (avgó, “egg”)
- ανθότυρο n (anthótyro, “ricotta”)
- αυγό n (avgó, “egg”)
- βούτυρο n (voútyro, “butter”)
- γάλα n (gála, “milk”)
- γιαούρτι n (giaoúrti, “yoghurt”)
- εβαπορέ n (evaporé, “evaporated milk”)
- έλαιο n (élaio, “oil”)
- ελαιόλαδο n (elaiólado, “olive oil”)
- καϊμάκι n (kaïmáki, “cream”)
- κρέμα f (kréma, “cream”)
- μανούρι n (manoúri, “cream cheese”)
- μαργαρίνη f (margaríni, “margarine”)
- παγωτό n (pagotó, “ice cream”)
- τυρί n (tyrí, “cheese”)
- φέτα n (féta, “feta”)
- ανθρακούχο νερό n (anthrakoúcho neró, “carbonated water”)
- εμφιαλωμένο νερό n (emfialoméno neró, “bottled water”)
- μπίρα f (bíra, “beer”)
- νερό n (neró, “water”)
- πορτοκαλάδα f (portokaláda, “orange juice”)
- χυμός m (chymós, “juice”)
- απορρυπαντικό n (aporrypantikó, “detergent”)
- διαφαυής μεμβράνη f (diafavís memvráni, “cling film”)
- λαδόχαρτο n (ladócharto, “greaseproof paper”)
- λευκαντικό n (lefkantikó, “bleach”)
- υγρό πιάτων n (ygró piáton, “washing-up liquid”)
- χαρτί κουζίνας n (chartí kouzínas, “paper towel”)