Appendix:Greek phrasebook/Motoring
Jump to navigation
Jump to search
- Greek phrasebook sections
General
[edit]- βέσπα f (véspa, “motor scooter”)
- ενοικίαση αυτοκινήτων f (enoikíasi aftokiníton, “car rental”)
- μοτοσυκλέτα f (motosykléta, “motorcycle”)
- ντίζελ n (ntízel, “diesel”)
- παρκάρω (parkáro, “to park”)
- πάρκινγκ n (párkingk, “parking, parking space”)
- πίεση f (píesi, “pressure”)
- ποδήλατο n (podílato, “bicycle”)
- προανάφλεξη f (proanáflexi, “preignition”)
Motor components
[edit]- αέρας m (aéras, “choke”)
- αερόσακος m (aerósakos, “airbag”)
- ανάρτηση f (anártisi, “suspension”)
- αναφλεκτήρας m (anaflektíras, “spark plug”)
- αυτοκίνητο n (aftokínito, “car”)
- βαλβίδα f (valvída, “valve”)
- εξαερωτήρας m (exaerotíras, “carburettor”)
- καταλύτης m (katalýtis, “catalytic converter”)
- κιβώτιο ταχυτήτων n (kivótio tachytíton, “gearbox”)
- κινητήρας m (kinitíras, “engine”)
- λάστιχο n (lásticho, “tyre”)
- μοτοσυκλέτα f (motosykléta, “motorcycle”)
- μπουζί n (bouzí, “spark plug”)
- ντίζελ n (ntízel, “diesel”)
- παρκάρω (parkáro, “to park”)
- πίεση f (píesi, “pressure”)
- προανάφλεξη f (proanáflexi, “preignition”)
- προφυλακτήρας m (profylaktíras, “bumper”)
- ρόδα f (róda, “wheel”)
- στροφαλοφόρος άξονας m (strofalofóros áxonas, “crankshaft”)
- συμπλέκτης m (sympléktis, “clutch”)
- συσσωρευτής m (syssoreftís, “car battery”)
- φτερό n (fteró, “wing, fender, guard”)
Tools
[edit]- γαλλικό κλειδί n (gallikó kleidí, “adjustable spanner, wrench”)
- γερμανικό κλειδί n (germanikó kleidí, “spanner, wrench”)
- μπουζόκλειδο n (bouzókleido, “spark plug spanner”)