Category:Greek terms prefixed with αερο-

From Wiktionary, the free dictionary
Jump to navigation Jump to search
Newest and oldest pages 
Newest pages ordered by last category link update:
  1. αεροστεγής
  2. αερολιμένας
  3. αεροσυγκοινωνία
  4. αερομεταφορέας
  5. αερομεταφερόμενος
  6. αερομεταφορά
  7. αερόλυμα
  8. αερογεφύρωμα
  9. αεροκοπανίζω
  10. αεροσυνοδός
Oldest pages ordered by last edit:
  1. αεροπλάνο
  2. αερόπλανο
  3. αεροσκάφος
  4. αεροπορία
  5. αεροπόρος
  6. αεροδιάδρομος
  7. αεροστεγής
  8. αερομοντελιστής
  9. αερομοντελίστρια
  10. αεροκιβώτιο

Greek terms beginning with the prefix αερο- (aero-).

Terms are placed in this category using {{af|el|αερο-|base}} or {{affix|el|αερο-|base}} (or the more specific and less-preferred equivalents {{pre}} or {{prefix}}), where base is the base lemma from which this term is derived.