Jump to content

χαρακτηρισμός

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learned borrowing from Koine Greek χαρακτηρισμός (kharaktērismós).[1] By surface analysis, χαρακτηρισ- (stem of χαρακτηρίζω (charaktirízo)) +‎ -μός (-mós).

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /xa.ɾa.kti.ɾiˈzmos/
  • Hyphenation: χα‧ρα‧κτη‧ρι‧σμός

Noun

[edit]

χαρακτηρισμός (charaktirismósm (plural χαρακτηρισμοί)

  1. characterization
  2. denomination, designation

Declension

[edit]
Declension of χαρακτηρισμός
singular plural
nominative χαρακτηρισμός (charaktirismós) χαρακτηρισμοί (charaktirismoí)
genitive χαρακτηρισμού (charaktirismoú) χαρακτηρισμών (charaktirismón)
accusative χαρακτηρισμό (charaktirismó) χαρακτηρισμούς (charaktirismoús)
vocative χαρακτηρισμέ (charaktirismé) χαρακτηρισμοί (charaktirismoí)
[edit]

References

[edit]
  1. ^ χαρακτηρισμός, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language