υπολογιστικός
Appearance
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Adjective
[edit]υπολογιστικός • (ypologistikós) m (feminine υπολογιστική, neuter υπολογιστικό)
- computational
- η υπολογιστική μηχανή ― i ypologistikí michaní ― the computational machine
- το υπολογιστικό σύστημα ― to ypologistikó sýstima ― the computational system
Declension
[edit]singular | plural | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | ||
nominative | υπολογιστικός (ypologistikós) | υπολογιστική (ypologistikí) | υπολογιστικό (ypologistikó) | υπολογιστικοί (ypologistikoí) | υπολογιστικές (ypologistikés) | υπολογιστικά (ypologistiká) | |
genitive | υπολογιστικού (ypologistikoú) | υπολογιστικής (ypologistikís) | υπολογιστικού (ypologistikoú) | υπολογιστικών (ypologistikón) | υπολογιστικών (ypologistikón) | υπολογιστικών (ypologistikón) | |
accusative | υπολογιστικό (ypologistikó) | υπολογιστική (ypologistikí) | υπολογιστικό (ypologistikó) | υπολογιστικούς (ypologistikoús) | υπολογιστικές (ypologistikés) | υπολογιστικά (ypologistiká) | |
vocative | υπολογιστικέ (ypologistiké) | υπολογιστική (ypologistikí) | υπολογιστικό (ypologistikó) | υπολογιστικοί (ypologistikoí) | υπολογιστικές (ypologistikés) | υπολογιστικά (ypologistiká) |
Related terms
[edit]- υπολογιστής m (ypologistís, “computer”)
- and see: υπολογίζω (ypologízo, “calculate, estimate”)