Jump to content

υδρογονάνθρακας

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learnedly from υδρογόν(ο) (ydrogón(o), hydrogen) +‎ άνθρακας (ánthrakas, carbon), a calque of French hydrocarbure.[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /i.ðɾo.ɣoˈnan.θɾa.kas/
  • Hyphenation: υ‧δρο‧γο‧νάν‧θρα‧κας

Noun

[edit]

υδρογονάνθρακας (ydrogonánthrakasm (plural υδρογονάνθρακες)

  1. (organic chemistry) hydrocarbon

Declension

[edit]
Declension of υδρογονάνθρακας
singular plural
nominative υδρογονάνθρακας (ydrogonánthrakas) υδρογονάνθρακες (ydrogonánthrakes)
genitive υδρογονάνθρακα (ydrogonánthraka) υδρογονανθράκων (ydrogonanthrákon)
accusative υδρογονάνθρακα (ydrogonánthraka) υδρογονάνθρακες (ydrogonánthrakes)
vocative υδρογονάνθρακα (ydrogonánthraka) υδρογονάνθρακες (ydrogonánthrakes)
[edit]

References

[edit]
  1. ^ υδρογονάνθρακας, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language

Further reading

[edit]