υδατάνθρακας
Appearance
Greek
[edit]Etymology
[edit]Learnedly from υδατ(ο)- (ydat(o)-) + άνθρακας (ánthrakas), a calque of French hydrates de carbone.[1]
Noun
[edit]υδατάνθρακας • (ydatánthrakas) m (plural υδατάνθρακες)
- (chiefly in the plural) carbohydrate
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | υδατάνθρακας (ydatánthrakas) | υδατάνθρακες (ydatánthrakes) |
genitive | υδατάνθρακα (ydatánthraka) | υδατανθράκων (ydatanthrákon) |
accusative | υδατάνθρακα (ydatánthraka) | υδατάνθρακες (ydatánthrakes) |
vocative | υδατάνθρακα (ydatánthraka) | υδατάνθρακες (ydatánthrakes) |
See also
[edit]References
[edit]- ^ υδατάνθρακας, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language
Further reading
[edit]- Υδατάνθρακες on the Greek Wikipedia.Wikipedia el