θερμοκοιτίδα
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Etymology
[edit]Rendition of the English incubator. Morphologically from θερμο- (“warm”) + κοιτίδα (“cradle”).
Pronunciation
[edit]Noun
[edit]θερμοκοιτίδα • (thermokoitída) f (plural θερμοκοιτίδες)
- isolette, infant incubator
- 2009, Μαίρη Κόντζογλου, Περπάτα με τον άγγελό σου:
- Ανησύχησε και αναρωτήθηκε τι να είχε γίνει με την Ιφιγένεια, λυπήθηκε που δεν μπορούσε να είναι κοντά της μια τέτοια στιγμή, πάλι σκέφτηκε το μωρό στη θερμοκοιτίδα, μετά τον Αστέρη και πού να ήταν τώρα.
- Anisýchise kai anarotíthike ti na eíche gínei me tin Ifigéneia, lypíthike pou den boroúse na eínai kontá tis mia tétoia stigmí, páli skéftike to moró sti thermokoitída, metá ton Astéri kai poú na ítan tóra.
- (please add an English translation of this quotation)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | θερμοκοιτίδα (thermokoitída) | θερμοκοιτίδες (thermokoitídes) |
genitive | θερμοκοιτίδας (thermokoitídas) | θερμοκοιτίδων (thermokoitídon) |
accusative | θερμοκοιτίδα (thermokoitída) | θερμοκοιτίδες (thermokoitídes) |
vocative | θερμοκοιτίδα (thermokoitída) | θερμοκοιτίδες (thermokoitídes) |
Synonyms
[edit]- γυάλα f (gyála, “fishbowl”) (familiar for infant incubator)
Related terms
[edit]See also
[edit]- νεογνό n (neognó, “newborn infant, neonate”)
- πρόωρος (próoros, “premature”)
- τελειόμηνος (teleióminos, “full term infant”)