Jump to content

ηρωικός

From Wiktionary, the free dictionary
See also: ἡρωϊκός

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learned borrowing from Ancient Greek ἡρωϊκός (hērōïkós).[1] By surface analysis, ήρω(ας) (íro(as)) +‎ -ικός (-ikós).

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /i.ɾo.iˈkos/
  • Hyphenation: η‧ρω‧ι‧κός

Adjective

[edit]

ηρωικός (iroïkósm (feminine ηρωική, neuter ηρωικό)

  1. heroic

Declension

[edit]
Declension of ηρωικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ηρωικός (iroïkós) ηρωική (iroïkí) ηρωικό (iroïkó) ηρωικοί (iroïkoí) ηρωικές (iroïkés) ηρωικά (iroïká)
genitive ηρωικού (iroïkoú) ηρωικής (iroïkís) ηρωικού (iroïkoú) ηρωικών (iroïkón) ηρωικών (iroïkón) ηρωικών (iroïkón)
accusative ηρωικό (iroïkó) ηρωική (iroïkí) ηρωικό (iroïkó) ηρωικούς (iroïkoús) ηρωικές (iroïkés) ηρωικά (iroïká)
vocative ηρωικέ (iroïké) ηρωική (iroïkí) ηρωικό (iroïkó) ηρωικοί (iroïkoí) ηρωικές (iroïkés) ηρωικά (iroïká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο ηρωικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο ηρωικός, etc.)

Derived terms

[edit]
[edit]

References

[edit]
  1. ^ ηρωικός, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language