Jump to content

αυτοκινητοβιομηχανία

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learnedly from αυτοκίνητ(ο) (aftokínit(o)) +‎ -ο- (-o-) +‎ βιομηχανία (viomichanía).[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /a.fto.ci.ni.to.vi.o.mi.xaˈni.a/
  • Hyphenation: αυ‧το‧κι‧νη‧το‧βι‧ο‧μη‧χα‧νί‧α

Noun

[edit]

αυτοκινητοβιομηχανία (aftokinitoviomichaníaf (plural αυτοκινητοβιομηχανίες)

  1. automotive industry, automobile industry, car industry
  2. automobile manufacturer, carmaker

Declension

[edit]
Declension of αυτοκινητοβιομηχανία
singular plural
nominative αυτοκινητοβιομηχανία (aftokinitoviomichanía) αυτοκινητοβιομηχανίες (aftokinitoviomichaníes)
genitive αυτοκινητοβιομηχανίας (aftokinitoviomichanías) αυτοκινητοβιομηχανιών (aftokinitoviomichanión)
accusative αυτοκινητοβιομηχανία (aftokinitoviomichanía) αυτοκινητοβιομηχανίες (aftokinitoviomichaníes)
vocative αυτοκινητοβιομηχανία (aftokinitoviomichanía) αυτοκινητοβιομηχανίες (aftokinitoviomichaníes)

References

[edit]
  1. ^ αυτοκινητοβιομηχανία, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language

Further reading

[edit]