αρχισυντάκτης
Appearance
Greek
[edit]Alternative forms
[edit]- αρχισυντάχτης m (archisyntáchtis) (uncommon)
Etymology
[edit]From αρχι- (archi-) + συντάκτης (syntáktis) (< συντάσσω (syntásso)).
Pronunciation
[edit]Noun
[edit]αρχισυντάκτης • (archisyntáktis) m (plural αρχισυντάκτες, feminine αρχισυντάκτρια)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αρχισυντάκτης (archisyntáktis) | αρχισυντάκτες (archisyntáktes) |
genitive | αρχισυντάκτη (archisyntákti) | αρχισυντακτών (archisyntaktón) |
accusative | αρχισυντάκτη (archisyntákti) | αρχισυντάκτες (archisyntáktes) |
vocative | αρχισυντάκτη (archisyntákti) | αρχισυντάκτες (archisyntáktes) |
Related terms
[edit]- αρχισυνταξία f (archisyntaxía, “editor-in-chiefship”)
- συντάκτης m (syntáktis, “editor”)
Further reading
[edit]- αρχισυντάκτης, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language