αρχισυντάκτρια
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Alternative forms
[edit]- αρχισυντάχτρια f (archisyntáchtria) (uncommon)
Noun
[edit]αρχισυντάκτρια • (archisyntáktria) f (masculine αρχισυντάκτης, feminine αρχισυντάκτριες)
Declension
[edit]Declension of αρχισυντάκτρια
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αρχισυντάκτρια • | αρχισυντάκτριες • |
genitive | αρχισυντάκτριας • | αρχισυντακτριών • |
accusative | αρχισυντάκτρια • | αρχισυντάκτριες • |
vocative | αρχισυντάκτρια • | αρχισυντάκτριες • |