Jump to content

απονιτροποίηση

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

απο- (apo-, de-, un-) +‎ νίτρο (nítro, nitre) +‎ -ποίηση (-poíisi, -fication), calque of French dénitrification. First attested 1922.

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /a.po.ni.tɾoˈpi.i.si/
  • Hyphenation: α‧πο‧νι‧τρο‧ποί‧η‧ση

Noun

[edit]

απονιτροποίηση (aponitropoíisif (plural απονιτροποιήσεις)

  1. denitrification

Declension

[edit]
Declension of απονιτροποίηση
singular plural
nominative απονιτροποίηση (aponitropoíisi) απονιτροποιήσεις (aponitropoiíseis)
genitive απονιτροποίησης (aponitropoíisis) απονιτροποιήσεων (aponitropoiíseon)
accusative απονιτροποίηση (aponitropoíisi) απονιτροποιήσεις (aponitropoiíseis)
vocative απονιτροποίηση (aponitropoíisi) απονιτροποιήσεις (aponitropoiíseis)

Older or formal genitive singular: απονιτροποιήσεως (aponitropoiíseos)

Synonyms

[edit]

Antonyms

[edit]