αντωνυμία
Appearance
Greek
[edit]Etymology
[edit]From Ancient Greek ἀντωνυμία (antōnumía) cognate with Katharevousa ἀντωνυμία (antōnumía).
Noun
[edit]αντωνυμία • (antonymía) f (plural αντωνυμίες)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αντωνυμία (antonymía) | αντωνυμίες (antonymíes) |
genitive | αντωνυμίας (antonymías) | αντωνυμιών (antonymión) |
accusative | αντωνυμία (antonymía) | αντωνυμίες (antonymíes) |
vocative | αντωνυμία (antonymía) | αντωνυμίες (antonymíes) |
Derived terms
[edit]- αλληλοπαθής αντωνυμία f (allilopathís antonymía, “reciprocal pronoun”)
- αντων. (anton., abbreviation)
- αντωνυμικός (antonymikós, “pronominal”, adjective)
- αυτοπαθής αντωνυμία f (aftopathís antonymía, “reflexive pronoun”)
- δεικτική αντωνυμία f (deiktikí antonymía, “demonstrative pronoun”)
- ερωτηματική αντωνυμία f (erotimatikí antonymía, “interrogative pronoun”)
- κτητική αντωνυμία f (ktitikí antonymía, “possessive pronoun”)
- προσωπική αντωνυμία f (prosopikí antonymía, “personal pronoun”)
Further reading
[edit]- αντωνυμία on the Greek Wikipedia.Wikipedia el