υποσυνείδητος
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Etymology
[edit]Learnedly from υπο- (ypo-) + συνείδη(ση) (syneídi(si)) + -τος (-tos), possibly a calque of English subconscious.[1]
Pronunciation
[edit]Adjective
[edit]υποσυνείδητος • (yposyneíditos) m (feminine υποσυνείδητη, neuter υποσυνείδητο)
Declension
[edit]singular | plural | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | ||
nominative | υποσυνείδητος (yposyneíditos) | υποσυνείδητη (yposyneíditi) | υποσυνείδητο (yposyneídito) | υποσυνείδητοι (yposyneíditoi) | υποσυνείδητες (yposyneídites) | υποσυνείδητα (yposyneídita) | |
genitive | υποσυνείδητου (yposyneíditou) | υποσυνείδητης (yposyneíditis) | υποσυνείδητου (yposyneíditou) | υποσυνείδητων (yposyneíditon) | υποσυνείδητων (yposyneíditon) | υποσυνείδητων (yposyneíditon) | |
accusative | υποσυνείδητο (yposyneídito) | υποσυνείδητη (yposyneíditi) | υποσυνείδητο (yposyneídito) | υποσυνείδητους (yposyneíditous) | υποσυνείδητες (yposyneídites) | υποσυνείδητα (yposyneídita) | |
vocative | υποσυνείδητε (yposyneídite) | υποσυνείδητη (yposyneíditi) | υποσυνείδητο (yposyneídito) | υποσυνείδητοι (yposyneíditoi) | υποσυνείδητες (yposyneídites) | υποσυνείδητα (yposyneídita) |
Derived terms
[edit]- υποσυνείδητα (yposyneídita, adverb)
- υποσυνείδητο n (yposyneídito)
- (learned) υποσυνειδήτως (yposyneidítos, adverb)
References
[edit]- ^ υποσυνείδητος, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language