υποσυνείδητος

From Wiktionary, the free dictionary
Jump to navigation Jump to search

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learnedly from υπο- (ypo-) +‎ συνείδη(ση) (syneídi(si)) +‎ -τος (-tos), possibly a calque of English subconscious.[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /i.po.siˈni.ði.tos/
  • Hyphenation: υ‧πο‧συ‧νεί‧δη‧τος

Adjective

[edit]

υποσυνείδητος (yposyneíditosm (feminine υποσυνείδητη, neuter υποσυνείδητο)

  1. subconscious

Declension

[edit]
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative υποσυνείδητος (yposyneíditos) υποσυνείδητη (yposyneíditi) υποσυνείδητο (yposyneídito) υποσυνείδητοι (yposyneíditoi) υποσυνείδητες (yposyneídites) υποσυνείδητα (yposyneídita)
genitive υποσυνείδητου (yposyneíditou) υποσυνείδητης (yposyneíditis) υποσυνείδητου (yposyneíditou) υποσυνείδητων (yposyneíditon) υποσυνείδητων (yposyneíditon) υποσυνείδητων (yposyneíditon)
accusative υποσυνείδητο (yposyneídito) υποσυνείδητη (yposyneíditi) υποσυνείδητο (yposyneídito) υποσυνείδητους (yposyneíditous) υποσυνείδητες (yposyneídites) υποσυνείδητα (yposyneídita)
vocative υποσυνείδητε (yposyneídite) υποσυνείδητη (yposyneíditi) υποσυνείδητο (yposyneídito) υποσυνείδητοι (yposyneíditoi) υποσυνείδητες (yposyneídites) υποσυνείδητα (yposyneídita)

Derived terms

[edit]

References

[edit]
  1. ^ υποσυνείδητος, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language