υποβοηθούμενης
Appearance
See also: ὑποβοηθουμένης
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Participle
[edit]υποβοηθούμενης • (ypovoïthoúmenis)
- genitive feminine singular of υποβοηθούμενος (ypovoïthoúmenos)
See also
[edit]- Older form: ὑποβοηθουμένης (hupoboēthouménēs)