Jump to content

υδραντλία

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learnedly from υδρ- (ydr-) +‎ αντλία (antlía), a calque of English water pump.[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /i.ðɾandˈli.a/
  • Hyphenation: υ‧δραντ‧λί‧α

Noun

[edit]

υδραντλία (ydrantlíaf (plural υδραντλίες)

  1. water pump

Declension

[edit]
Declension of υδραντλία
singular plural
nominative υδραντλία (ydrantlía) υδραντλίες (ydrantlíes)
genitive υδραντλίας (ydrantlías) υδραντλιών (ydrantlión)
accusative υδραντλία (ydrantlía) υδραντλίες (ydrantlíes)
vocative υδραντλία (ydrantlía) υδραντλίες (ydrantlíes)

References

[edit]
  1. ^ υδραντλία, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language