πτωχοκομείο
Appearance
Greek
[edit]Alternative forms
[edit]- φτωχοκομείο (ftochokomeío)
Etymology
[edit]Learnedly from πτωχ(ός) (ptoch(ós)) + -ο- (-o-) + -κομείο (-komeío).[1]
Pronunciation
[edit]Noun
[edit]πτωχοκομείο • (ptochokomeío) n (plural πτωχοκομεία)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | πτωχοκομείο (ptochokomeío) | πτωχοκομεία (ptochokomeía) |
genitive | πτωχοκομείου (ptochokomeíou) | πτωχοκομείων (ptochokomeíon) |
accusative | πτωχοκομείο (ptochokomeío) | πτωχοκομεία (ptochokomeía) |
vocative | πτωχοκομείο (ptochokomeío) | πτωχοκομεία (ptochokomeía) |
References
[edit]- ^ πτωχοκομείο, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language