Jump to content

παντοδυναμία

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learnedly from παντοδύναμ(ος) (pantodýnam(os)) +‎ -ία (-ía).[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /pan.do.ði.naˈmi.a/
  • Hyphenation: πα‧ντο‧δυ‧να‧μί‧α

Noun

[edit]

παντοδυναμία (pantodynamíaf

  1. omnipotence

Declension

[edit]
Declension of παντοδυναμία
singular plural
nominative παντοδυναμία (pantodynamía) παντοδυναμίες (pantodynamíes)
genitive παντοδυναμίας (pantodynamías) παντοδυναμιών (pantodynamión)
accusative παντοδυναμία (pantodynamía) παντοδυναμίες (pantodynamíes)
vocative παντοδυναμία (pantodynamía) παντοδυναμίες (pantodynamíes)

References

[edit]
  1. ^ παντοδυναμία, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language