Jump to content

επιτονισμός

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learnedly from επι- (epi-) +‎ τόν(ος) (tón(os)) +‎ -ισμός (-ismós), a loose calque of French intonation.[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /e.pi.to.niˈzmos/
  • Hyphenation: ε‧πι‧το‧νι‧σμός

Noun

[edit]

επιτονισμός (epitonismósm (plural επιτονισμοί)

  1. (linguistics) intonation

Declension

[edit]
Declension of επιτονισμός
singular plural
nominative επιτονισμός (epitonismós) επιτονισμοί (epitonismoí)
genitive επιτονισμού (epitonismoú) επιτονισμών (epitonismón)
accusative επιτονισμό (epitonismó) επιτονισμούς (epitonismoús)
vocative επιτονισμέ (epitonismé) επιτονισμοί (epitonismoí)
[edit]

References

[edit]
  1. ^ επιτονισμός, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language

Further reading

[edit]