ειδοποίηση
Appearance
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Noun
[edit]ειδοποίηση • (eidopoíisi) f (plural ειδοποιήσεις)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | ειδοποίηση (eidopoíisi) | ειδοποιήσεις (eidopoiíseis) |
genitive | ειδοποίησης (eidopoíisis) | ειδοποιήσεων (eidopoiíseon) |
accusative | ειδοποίηση (eidopoíisi) | ειδοποιήσεις (eidopoiíseis) |
vocative | ειδοποίηση (eidopoíisi) | ειδοποιήσεις (eidopoiíseis) |
Older or formal genitive singular: ειδοποιήσεως (eidopoiíseos)
Related terms
[edit]- ειδοποιώ (eidopoió, “notify, inform”)