αντιστοιχία
Appearance
See also: ἀντιστοιχία
Greek
[edit]Noun
[edit]αντιστοιχία • (antistoichía) f (plural αντιστοιχίες)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αντιστοιχία (antistoichía) | αντιστοιχίες (antistoichíes) |
genitive | αντιστοιχίας (antistoichías) | αντιστοιχιών (antistoichión) |
accusative | αντιστοιχία (antistoichía) | αντιστοιχίες (antistoichíes) |
vocative | αντιστοιχία (antistoichía) | αντιστοιχίες (antistoichíes) |
Related terms
[edit]- see: αντιστοιχώ (antistoichó, “to correspond, to be equivalent to”)
See also
[edit]- αλληλογραφία f (allilografía, “correspondence, written communication”)