αντιγνωμία
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]αντιγνωμία • (antignomía) f (plural αντιγνωμίες)
- disagreement, difference of opinion, dissent
- Synonyms: ασυμφωνία (asymfonía), διαφωνία (diafonía), διχογνωμία (dichognomía)
- Antonyms: συμφωνία (symfonía), ομοφωνία (omofonía), ομογνωμοσύνη (omognomosýni)
Declension
[edit]Declension of αντιγνωμία
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | αντιγνωμία • | αντιγνωμίες • |
genitive | αντιγνωμίας • | αντιγνωμιών • |
accusative | αντιγνωμία • | αντιγνωμίες • |
vocative | αντιγνωμία • | αντιγνωμίες • |
Related terms
[edit]- αντίγνωμος (antígnomos, “in disagreement”, adjective)
- αντιγνωμώ (antignomó, “to dissent, to disagree”)