αντεπαναστατικός
Appearance
Greek
[edit]Etymology
[edit]αντ- (ant-) + επαναστατικός (epanastatikós)
Adjective
[edit]αντεπαναστατικός • (antepanastatikós) m (feminine αντεπαναστατική, neuter αντεπαναστατικό)
Declension
[edit]singular | plural | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | ||
nominative | αντεπαναστατικός (antepanastatikós) | αντεπαναστατική (antepanastatikí) | αντεπαναστατικό (antepanastatikó) | αντεπαναστατικοί (antepanastatikoí) | αντεπαναστατικές (antepanastatikés) | αντεπαναστατικά (antepanastatiká) | |
genitive | αντεπαναστατικού (antepanastatikoú) | αντεπαναστατικής (antepanastatikís) | αντεπαναστατικού (antepanastatikoú) | αντεπαναστατικών (antepanastatikón) | αντεπαναστατικών (antepanastatikón) | αντεπαναστατικών (antepanastatikón) | |
accusative | αντεπαναστατικό (antepanastatikó) | αντεπαναστατική (antepanastatikí) | αντεπαναστατικό (antepanastatikó) | αντεπαναστατικούς (antepanastatikoús) | αντεπαναστατικές (antepanastatikés) | αντεπαναστατικά (antepanastatiká) | |
vocative | αντεπαναστατικέ (antepanastatiké) | αντεπαναστατική (antepanastatikí) | αντεπαναστατικό (antepanastatikó) | αντεπαναστατικοί (antepanastatikoí) | αντεπαναστατικές (antepanastatikés) | αντεπαναστατικά (antepanastatiká) |
Related terms
[edit]- επαναστατικός (epanastatikós, “revolutionary”, adjective)
- and see: αντεπανάσταση f (antepanástasi, “counter-revolution”)