ίσαλος γραμμή
Appearance
Greek
[edit]Alternative forms
[edit]- ίσαλη γραμμή (ísali grammí)
Noun
[edit]ίσαλος γραμμή • (ísalos grammí) f (plural ίσαλοι γραμμές)
Declension
[edit]References
[edit]- ίσαλος, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language