Jump to content

User:Saltmarsh/Lists/Adjectives

From Wiktionary, the free dictionary

User:Saltmarsh/Lists - Corewords - Adjectives - Nouns - Verbs - Abbreviations - Ages - Bible - Birds - Calendar - Computing & technology - Family - Food - Geography - Grammar, language - Life - Misc - Names - Number & measurement - Pronouns - Public transport - Occupations - Tools etc - Typography - Weather - Index - menu


Old

[edit]
ID: ός-ή-ό Temp   (1,821 Cat) singular plural
eg: καλός   (oxytone) m f n m f n
nominative ός ή ό οί ές ά
genitive ού ής ού ών ών ών
accusative ό ή ό ούς ές ά
vocative έ ή ό οί ές ά
Βικι: καλόςCat, Trianda: #458 (Template:el-link-ttip), Holton: #3.1 (Template:el-link-ttip), OLD: 25A (Template:el-link-ttip), DSMG: Ε1 (Template:el-link-ttip), Tsiot. p.44 (Template:el-link-ttip)
ID: ος-η-ο Temp   (3,132 Cat) singular plural
eg: ποικίλος   (paroxytone) m f n m f n
nominative ΄ος ΄η ΄ο ΄οι ΄ες ΄α
genitive ΄ου ΄ης ΄ου ΄ων ΄ων ΄ων
accusative ΄ος ΄η ΄ο ΄ους ΄ες ΄α
vocative ΄ε ΄η ΄ο ΄οι ΄ες ΄α
Trianda: #458 (Template:el-link-ttip), Holton: #3.1 (Template:el-link-ttip, Template:el-link-ttip), OLD: 25B/25C (Template:el-link-ttip, Template:el-link-ttip), DSMG: Ε3 (Template:el-link-ttip),
ID: eg: όμορφος   (proparoxytone) m f n m f n
nominative ΄-ος ΄-η ΄-ο ΄-οι ΄-ες ΄-α
genitive ΄-ου ΄-ης ΄-ου ΄-ων ΄-ων ΄-ων
accusative ΄-ος ΄-η ΄-ο ΄-ους ΄-ες ΄-α
vocative ΄-ε ΄-η ΄-ο ΄-οι ΄-ες ΄-α
Βικιλεξικό: όμορφος,   Κατηγορία:Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)

Βικι cats

[edit]



Greek cats 2

[edit]
oxyt καλός (7.161) θηλυκός (18) εξαγωγός (17) ενεργός (14)
ξηρός (11) λάγνος (4) ραδιενεργός (2)
para ζημιογόνος (71) κερδοφόρος (10) εμβολοφόρος (7) γουστόζος (2)
καπριτσιόζος (2)
prop όμορφος (4 Κ, 5.566) ζόρικος (12) μέγιστος (1 Κ, 11)
-…ος θαυμάσιος (431) δεξιός (1 Κ, 14) πλάγιος (8) παγκόσμιος (3)
ειδοποιός (8) φθοροποιός (7) ωραίος (1 Κ, 617) δίκαιος (1)
ευκλείδειος (18)
ος-ια-ο γλυκός (5)
oxyt συνεχής (768) σταχτής (33) πλακατζής (3)
para μανιώδης (280) ζηλιάρης (142) συνήθης (27) ξανθομάλλης (9)
πλήρης (8) κατσαρομάλλης (7) κοκκινομύτης (1)
ευθύς (10) βαθύς (5) αψύς (7)
βραδύνους (12)
μετριόφρων (33) ατέρμων (1) ελάσσων (1) μείζων (1)
oxyt γλωσσάς (6) χορευταράς (3)
prop μετριόφρονας (17) μείζονας (1) ελάσσονας (1) ατέρμονας (1)
εύελπις (1)