χειρότερος
Appearance
Greek
[edit]Etymology
[edit]From Ancient Greek χειρότερος (kheiróteros), from χείρων (kheírōn, “worse”) + -τερος (-teros).
Pronunciation
[edit]Adjective
[edit]χειρότερος • (cheiróteros) m (feminine χειρότερη, neuter χειρότερο)
- comparative degree of κακός (kakós): worse
- Ο σεισμός ήταν χειρότερος από τις πυρκαγιές.
- O seismós ítan cheiróteros apó tis pyrkagiés.
- The earthquake was worse than the fires.
- Η μυρωδιά ήταν χειρότερη από ό,τι είχα ξανά μυρίσει.
- I myrodiá ítan cheiróteri apó ó,ti eícha xaná myrísei.
- The smell was worse than anything I'd smelled before.
- Το κινητό που αγόρασα ήταν όμως χειρότερο από το προηγούμενο.
- To kinitó pou agórasa ítan ómos cheirótero apó to proïgoúmeno.
- The mobile I bought was, however, worse than the previous one.
- (with article in front) worst
- Ήταν καθαρά ο χειρότερος τραγουδιστής του κόσμου.
- Ítan kathará o cheiróteros tragoudistís tou kósmou.
- He was clearly the worst singer in the world.
- Αυτή ήταν η χειρότερη ταινία που είδα ποτέ!
- Aftí ítan i cheiróteri tainía pou eída poté!
- That was the worst film I've ever seen!
- Το χειρότερο πράγμα που έκανε ήταν να κλέψει από τη μάνα του.
- To cheirótero prágma pou ékane ítan na klépsei apó ti mána tou.
- The worst thing he ever did was steal from his mother.
Declension
[edit]singular | plural | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | ||
nominative | χειρότερος (cheiróteros) | χειρότερη (cheiróteri) | χειρότερο (cheirótero) | χειρότεροι (cheiróteroi) | χειρότερες (cheiróteres) | χειρότερα (cheirótera) | |
genitive | χειρότερου (cheiróterou) | χειρότερης (cheiróteris) | χειρότερου (cheiróterou) | χειρότερων (cheiróteron) | χειρότερων (cheiróteron) | χειρότερων (cheiróteron) | |
accusative | χειρότερο (cheirótero) | χειρότερη (cheiróteri) | χειρότερο (cheirótero) | χειρότερους (cheiróterous) | χειρότερες (cheiróteres) | χειρότερα (cheirótera) | |
vocative | χειρότερε (cheirótere) | χειρότερη (cheiróteri) | χειρότερο (cheirótero) | χειρότεροι (cheiróteroi) | χειρότερες (cheiróteres) | χειρότερα (cheirótera) |
Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο χειρότερος, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο χειρότερος, etc.)
Derived terms
[edit]- μη χειρότερα (mi cheirótera, “what next, dear me, good grief, sweet Jesus”) (literally: "not worse")