Jump to content

χειρότερος

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

From Ancient Greek χειρότερος (kheiróteros), from χείρων (kheírōn, worse) + -τερος (-teros).

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /çiˈɾoteɾos/
  • Hyphenation: χει‧ρό‧τε‧ρος

Adjective

[edit]

χειρότερος (cheiróterosm (feminine χειρότερη, neuter χειρότερο)

  1. comparative degree of κακός (kakós): worse
    Ο σεισμός ήταν χειρότερος από τις πυρκαγιές.
    O seismós ítan cheiróteros apó tis pyrkagiés.
    The earthquake was worse than the fires.
    Η μυρωδιά ήταν χειρότερη από ό,τι είχα ξανά μυρίσει.
    I myrodiá ítan cheiróteri apó ó,ti eícha xaná myrísei.
    The smell was worse than anything I'd smelled before.
    Το κινητό που αγόρασα ήταν όμως χειρότερο από το προηγούμενο.
    To kinitó pou agórasa ítan ómos cheirótero apó to proïgoúmeno.
    The mobile I bought was, however, worse than the previous one.
  2. (with article in front) worst
    Ήταν καθαρά ο χειρότερος τραγουδιστής του κόσμου.
    Ítan kathará o cheiróteros tragoudistís tou kósmou.
    He was clearly the worst singer in the world.
    Αυτή ήταν η χειρότερη ταινία που είδα ποτέ!
    Aftí ítan i cheiróteri tainía pou eída poté!
    That was the worst film I've ever seen!
    Το χειρότερο πράγμα που έκανε ήταν να κλέψει από τη μάνα του.
    To cheirótero prágma pou ékane ítan na klépsei apó ti mána tou.
    The worst thing he ever did was steal from his mother.

Declension

[edit]
Declension of χειρότερος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative χειρότερος (cheiróteros) χειρότερη (cheiróteri) χειρότερο (cheirótero) χειρότεροι (cheiróteroi) χειρότερες (cheiróteres) χειρότερα (cheirótera)
genitive χειρότερου (cheiróterou) χειρότερης (cheiróteris) χειρότερου (cheiróterou) χειρότερων (cheiróteron) χειρότερων (cheiróteron) χειρότερων (cheiróteron)
accusative χειρότερο (cheirótero) χειρότερη (cheiróteri) χειρότερο (cheirótero) χειρότερους (cheiróterous) χειρότερες (cheiróteres) χειρότερα (cheirótera)
vocative χειρότερε (cheirótere) χειρότερη (cheiróteri) χειρότερο (cheirótero) χειρότεροι (cheiróteroi) χειρότερες (cheiróteres) χειρότερα (cheirótera)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο χειρότερος, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο χειρότερος, etc.)

Derived terms

[edit]
  • μη χειρότερα (mi cheirótera, what next, dear me, good grief, sweet Jesus) (literally: "not worse")