χαιρετισμός
Appearance
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Noun
[edit]χαιρετισμός • (chairetismós) m (plural χαιρετισμοί)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | χαιρετισμός (chairetismós) | χαιρετισμοί (chairetismoí) |
genitive | χαιρετισμού (chairetismoú) | χαιρετισμών (chairetismón) |
accusative | χαιρετισμό (chairetismó) | χαιρετισμούς (chairetismoús) |
vocative | χαιρετισμέ (chairetismé) | χαιρετισμοί (chairetismoí) |
Related terms
[edit]- χαίρετε (chaírete, “hello, goodbye”)
- Χαιρετισμοί m pl (Chairetismoí) (ecclesiastic)
- and see: χαιρετάω / χαιρετώ (chairetáo / chairetó, “I greet”)
See also
[edit]- χαίρω πολύ (chaíro polý, “pleased to meet you”)