υστεροβουλίες
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]υστεροβουλίες • (ysterovoulíes) f
- nominative plural of υστεροβουλία (ysterovoulía)
- accusative plural of υστεροβουλία (ysterovoulía)
- vocative plural of υστεροβουλία (ysterovoulía)
υστεροβουλίες • (ysterovoulíes) f