υποχόνδριος
Jump to navigation
Jump to search
See also: ὑποχόνδριος
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Adjective
[edit]υποχόνδριος • (ypochóndrios) m (feminine υποχόνδρια, neuter υποχόνδριο)
Declension
[edit]Declension of υποχόνδριος
number case \ gender |
singular | plural | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
nominative | υποχόνδριος • | υποχόνδρια • | υποχόνδριο • | υποχόνδριοι • | υποχόνδριες • | υποχόνδρια • |
genitive | υποχόνδριου • | υποχόνδριας • | υποχόνδριου • | υποχόνδριων • | υποχόνδριων • | υποχόνδριων • |
accusative | υποχόνδριο • | υποχόνδρια • | υποχόνδριο • | υποχόνδριους • | υποχόνδριες • | υποχόνδρια • |
vocative | υποχόνδριε • | υποχόνδρια • | υποχόνδριο • | υποχόνδριοι • | υποχόνδριες • | υποχόνδρια • |
derivations | Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο υποχόνδριος, etc.) Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο υποχόνδριος, etc.) |
Noun
[edit]υποχόνδριος • (ypochóndrios) m (plural υποχόνδριοι, feminine υποχόνδρια)
Declension
[edit]Declension of υποχόνδριος
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | υποχόνδριος • | υποχόνδριοι • |
genitive | υποχόνδριου • | υποχόνδριων • |
accusative | υποχόνδριο • | υποχόνδριους • |
vocative | υποχόνδριε • | υποχόνδριοι • |