Jump to content

υπευθυνότητα

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learnedly from υπεύθυν(ος) (ypéfthyn(os)) +‎ -ότητα (-ótita).[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /i.pe.fθiˈno.ti.ta/
  • Hyphenation: υ‧πευ‧θυ‧νό‧τη‧τα

Noun

[edit]

υπευθυνότητα (ypefthynótitaf

  1. responsibility
  2. accountability

Declension

[edit]
Declension of υπευθυνότητα
singular plural
nominative υπευθυνότητα (ypefthynótita) υπευθυνότητες (ypefthynótites)
genitive υπευθυνότητας (ypefthynótitas) υπευθυνοτήτων (ypefthynotíton)
accusative υπευθυνότητα (ypefthynótita) υπευθυνότητες (ypefthynótites)
vocative υπευθυνότητα (ypefthynótita) υπευθυνότητες (ypefthynótites)

Antonyms

[edit]

References

[edit]
  1. ^ υπευθυνότητα, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language