Jump to content

τρισεκατομμύριο

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Noun

[edit]

τρισεκατομμύριο (trisekatommýrion (plural τρισεκατομμύριο)

  1. trillion, million million (1012)
  2. (obsolete British) trillion, million million million (1018)

Declension

[edit]
Declension of τρισεκατομμύριο
singular plural
nominative τρισεκατομμύριο (trisekatommýrio) τρισεκατομμύρια (trisekatommýria)
genitive τρισεκατομμυρίου (trisekatommyríou)
τρισεκατομμύριου (trisekatommýriou)
τρισεκατομμυρίων (trisekatommyríon)
τρισεκατομμύριων (trisekatommýrion)
accusative τρισεκατομμύριο (trisekatommýrio) τρισεκατομμύρια (trisekatommýria)
vocative τρισεκατομμύριο (trisekatommýrio) τρισεκατομμύρια (trisekatommýria)

Coordinate terms

[edit]
see: Greek number and measurement