ταχυδρομικός κώδικας
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]ταχυδρομικός κώδικας • (tachydromikós kódikas) m (plural ταχυδρομικοί κώδικες)
Declension
[edit]- see: ταχυδρομικός (tachydromikós) and κώδικας (kódikas)
ταχυδρομικός κώδικας • (tachydromikós kódikas) m (plural ταχυδρομικοί κώδικες)