σκυταλοδρομία
Appearance
Greek
[edit]Etymology
[edit]Learnedly from σκυτάλ(η) (skytál(i)) + -ο- (-o-) + -δρομία (-dromía).[1]
Pronunciation
[edit]Noun
[edit]σκυταλοδρομία • (skytalodromía) f (plural σκυταλοδρομίες)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | σκυταλοδρομία (skytalodromía) | σκυταλοδρομίες (skytalodromíes) |
genitive | σκυταλοδρομίας (skytalodromías) | σκυταλοδρομιών (skytalodromión) |
accusative | σκυταλοδρομία (skytalodromía) | σκυταλοδρομίες (skytalodromíes) |
vocative | σκυταλοδρομία (skytalodromía) | σκυταλοδρομίες (skytalodromíes) |
References
[edit]- ^ σκυταλοδρομία, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language
Further reading
[edit]- σκυταλοδρομία on the Greek Wikipedia.Wikipedia el