πρωθυπουργία
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Etymology
[edit]From πρωθυπουργός (prothypourgós) + -ία (-ía). First attested 1839.
Noun
[edit]πρωθυπουργία • (prothypourgía) f (plural πρωθυπουργίες)
Declension
[edit]Declension of πρωθυπουργία
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | πρωθυπουργία • | πρωθυπουργίες • |
genitive | πρωθυπουργίας • | πρωθυπουργιών • |
accusative | πρωθυπουργία • | πρωθυπουργίες • |
vocative | πρωθυπουργία • | πρωθυπουργίες • |