παραγκούπολη
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Noun
[edit]παραγκούπολη • (paragkoúpoli) f (plural παραγκουπόλεις)
Declension
[edit]Declension of παραγκούπολη
singular | plural | ||
---|---|---|---|
nominative | παραγκούπολη • | παραγκουπόλεις • | |
genitive | παραγκούπολης • | παραγκουπόλεων • | |
accusative | παραγκούπολη • | παραγκουπόλεις • | |
vocative | παραγκούπολη • | παραγκουπόλεις • | |
Formal genitive singular in -εως (-eos) is not common for this group of words. |
Related terms
[edit]Further reading
[edit]- παραγκούπολη, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language