Jump to content

πακιστανικός

From Wiktionary, the free dictionary

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

Learnedly from Πακιστάν (Pakistán) +‎ -ικός (-ikós).[1]

Pronunciation

[edit]
  • IPA(key): /pa.ci.sta.niˈkos/
  • Hyphenation: πα‧κι‧στα‧νι‧κός

Adjective

[edit]

πακιστανικός (pakistanikósm (feminine πακιστανική, neuter πακιστανικό)

  1. Pakistani

Declension

[edit]
Declension of πακιστανικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative πακιστανικός (pakistanikós) πακιστανική (pakistanikí) πακιστανικό (pakistanikó) πακιστανικοί (pakistanikoí) πακιστανικές (pakistanikés) πακιστανικά (pakistaniká)
genitive πακιστανικού (pakistanikoú) πακιστανικής (pakistanikís) πακιστανικού (pakistanikoú) πακιστανικών (pakistanikón) πακιστανικών (pakistanikón) πακιστανικών (pakistanikón)
accusative πακιστανικό (pakistanikó) πακιστανική (pakistanikí) πακιστανικό (pakistanikó) πακιστανικούς (pakistanikoús) πακιστανικές (pakistanikés) πακιστανικά (pakistaniká)
vocative πακιστανικέ (pakistaniké) πακιστανική (pakistanikí) πακιστανικό (pakistanikó) πακιστανικοί (pakistanikoí) πακιστανικές (pakistanikés) πακιστανικά (pakistaniká)

References

[edit]
  1. ^ πακιστανικός, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language