μεμβράνη
Appearance
Greek
[edit]Noun
[edit]μεμβράνη • (memvráni) f (plural μεμβράνες)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | μεμβράνη (memvráni) | μεμβράνες (memvránes) |
genitive | μεμβράνης (memvránis) | μεμβρανών (memvranón) |
accusative | μεμβράνη (memvráni) | μεμβράνες (memvránes) |
vocative | μεμβράνη (memvráni) | μεμβράνες (memvránes) |
See also
[edit]- περγαμηνή f (pergaminí, “parchment”)