μελωδία
Appearance
See also: μελῳδία
Greek
[edit]Noun
[edit]μελωδία • (melodía) f (plural μελωδίες)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | μελωδία (melodía) | μελωδίες (melodíes) |
genitive | μελωδίας (melodías) | μελωδιών (melodión) |
accusative | μελωδία (melodía) | μελωδίες (melodíes) |
vocative | μελωδία (melodía) | μελωδίες (melodíes) |
Related terms
[edit]- μελωδικός (melodikós, “melodious”)