μείγμα πέντε καρυκευμάτων
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Etymology
[edit]μείγμα (meígma, “mixture”) + πέντε (pénte, “five”) + καρυκευμάτων (karykevmáton, “spices”, genitive)
Noun
[edit]μείγμα πέντε καρυκευμάτων • (meígma pénte karykevmáton) n
Synonyms
[edit]- μείγμα πέντε μπαχαρικών n (meígma pénte bacharikón)
Further reading
[edit]- μείγμα πέντε καρυκευμάτων on the Greek Wikipedia.Wikipedia el