Jump to content

μαγικός

From Wiktionary, the free dictionary

Ancient Greek

[edit]

Etymology

[edit]

From μάγος (mágos) +‎ -ικός (-ikós).

Pronunciation

[edit]
 

Adjective

[edit]

μᾰγῐκός (magikósm (feminine μᾰγῐκή, neuter μᾰγῐκόν); first/second declension

  1. magical
  2. skilled in magic

Declension

[edit]

Descendants

[edit]
  • Mariupol Greek: маико (maiko)

See also

[edit]

Further reading

[edit]

Greek

[edit]

Etymology

[edit]

From Ancient Greek μαγικός (magikós). By surface analysis, μάγος (mágos) +‎ -ικός (-ikós).

Pronunciation

[edit]

Adjective

[edit]

μαγικός (magikósm (feminine μαγική, neuter μαγικό)

  1. magic, magical

Declension

[edit]
Declension of μαγικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative μαγικός (magikós) μαγική (magikí) μαγικό (magikó) μαγικοί (magikoí) μαγικές (magikés) μαγικά (magiká)
genitive μαγικού (magikoú) μαγικής (magikís) μαγικού (magikoú) μαγικών (magikón) μαγικών (magikón) μαγικών (magikón)
accusative μαγικό (magikó) μαγική (magikí) μαγικό (magikó) μαγικούς (magikoús) μαγικές (magikés) μαγικά (magiká)
vocative μαγικέ (magiké) μαγική (magikí) μαγικό (magikó) μαγικοί (magikoí) μαγικές (magikés) μαγικά (magiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο μαγικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο μαγικός, etc.)

Degrees of comparison by suffixation
comparative (?) singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative μαγικότερος (magikóteros) μαγικότερη (magikóteri) μαγικότερο (magikótero) μαγικότεροι (magikóteroi) μαγικότερες (magikóteres) μαγικότερα (magikótera)
genitive μαγικότερου (magikóterou) μαγικότερης (magikóteris) μαγικότερου (magikóterou) μαγικότερων (magikóteron) μαγικότερων (magikóteron) μαγικότερων (magikóteron)
accusative μαγικότερο (magikótero) μαγικότερη (magikóteri) μαγικότερο (magikótero) μαγικότερους (magikóterous) μαγικότερες (magikóteres) μαγικότερα (magikótera)
vocative μαγικότερε (magikótere) μαγικότερη (magikóteri) μαγικότερο (magikótero) μαγικότεροι (magikóteroi) μαγικότερες (magikóteres) μαγικότερα (magikótera)

Derivations: relative superlative: ο + comparative forms (eg "ο μαγικότερος", etc)

absolute
superlative (?)
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative μαγικότατος (magikótatos) μαγικότατη (magikótati) μαγικότατο (magikótato) μαγικότατοι (magikótatoi) μαγικότατες (magikótates) μαγικότατα (magikótata)
genitive μαγικότατου (magikótatou) μαγικότατης (magikótatis) μαγικότατου (magikótatou) μαγικότατων (magikótaton) μαγικότατων (magikótaton) μαγικότατων (magikótaton)
accusative μαγικότατο (magikótato) μαγικότατη (magikótati) μαγικότατο (magikótato) μαγικότατους (magikótatous) μαγικότατες (magikótates) μαγικότατα (magikótata)
vocative μαγικότατε (magikótate) μαγικότατη (magikótati) μαγικότατο (magikótato) μαγικότατοι (magikótatoi) μαγικότατες (magikótates) μαγικότατα (magikótata)