ιεραρχία
Appearance
See also: ἱεραρχία
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Noun
[edit]ιεραρχία • (ierarchía) f (plural ιεραρχίες)
Declension
[edit]singular | plural | |
---|---|---|
nominative | ιεραρχία (ierarchía) | ιεραρχίες (ierarchíes) |
genitive | ιεραρχίας (ierarchías) | ιεραρχιών (ierarchión) |
accusative | ιεραρχία (ierarchía) | ιεραρχίες (ierarchíes) |
vocative | ιεραρχία (ierarchía) | ιεραρχίες (ierarchíes) |
Further reading
[edit]- ιεραρχία on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
- ιεραρχία, in Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], Triantafyllidis Foundation, 1998 at the Centre for the Greek language