θερμοδυναμικός
Appearance
Greek
[edit]Etymology
[edit]From θερμο- + δυναμικός. See noun θερμοδυναμική (thermodynamics).
Pronunciation
[edit]Adjective
[edit]θερμοδυναμικός • (thermodynamikós) m (feminine θερμοδυναμική, neuter θερμοδυναμικό)
- (physics) referring to thermodynamics
- θερμοδυναμικός νόμος ― thermodynamikós nómos ― thermodynamic law
- θερμοδυναμική θερμοκρασία ― thermodynamikí thermokrasía ― thermodynamic temperature
Declension
[edit]singular | plural | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | ||
nominative | θερμοδυναμικός (thermodynamikós) | θερμοδυναμική (thermodynamikí) | θερμοδυναμικό (thermodynamikó) | θερμοδυναμικοί (thermodynamikoí) | θερμοδυναμικές (thermodynamikés) | θερμοδυναμικά (thermodynamiká) | |
genitive | θερμοδυναμικού (thermodynamikoú) | θερμοδυναμικής (thermodynamikís) | θερμοδυναμικού (thermodynamikoú) | θερμοδυναμικών (thermodynamikón) | θερμοδυναμικών (thermodynamikón) | θερμοδυναμικών (thermodynamikón) | |
accusative | θερμοδυναμικό (thermodynamikó) | θερμοδυναμική (thermodynamikí) | θερμοδυναμικό (thermodynamikó) | θερμοδυναμικούς (thermodynamikoús) | θερμοδυναμικές (thermodynamikés) | θερμοδυναμικά (thermodynamiká) | |
vocative | θερμοδυναμικέ (thermodynamiké) | θερμοδυναμική (thermodynamikí) | θερμοδυναμικό (thermodynamikó) | θερμοδυναμικοί (thermodynamikoí) | θερμοδυναμικές (thermodynamikés) | θερμοδυναμικά (thermodynamiká) |