ηλεκτρομαγνήτες
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Noun
[edit]ηλεκτρομαγνήτες • (ilektromagnítes) m
- Nominative, accusative and vocative plural form of ηλεκτρομαγνήτης (ilektromagnítis).
ηλεκτρομαγνήτες • (ilektromagnítes) m