επιγονατίδα
Jump to navigation
Jump to search
Greek
[edit]Pronunciation
[edit]Noun
[edit]επιγονατίδα • (epigonatída) f
Declension
[edit]Declension of επιγονατίδα
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | επιγονατίδα • | επιγονατίδες • |
genitive | επιγονατίδας • | επιγονατίδων • |
accusative | επιγονατίδα • | επιγονατίδες • |
vocative | επιγονατίδα • | επιγονατίδες • |
Further reading
[edit]- επιγονατίδα on the Greek Wikipedia.Wikipedia el